A

αἱ

ἁβρός ἁβρότης ἁβρύνω

ἅγιος ἁγιότης ἁγίασμα (καθαγίασμα) ἁγιάζω (καθαγιάζω) ἁγιογραφία (hagiography)

ἁγνός ἁγνότης ἁγνίζω (καθαγνίζω)

Ἅδης (Hades)

ἁδρός ἁδρότης ἁδρόν (hadron)

αἷμα αἱματηρός (ἀφαίμαξη) αἱματολογία αἱμορραγία (haemorrhage heamatologic)

Αἷμος

αἱρῶ (καθαιρῶ ἀφαιρῶ) αἵρεση (heresy) καθαίρεση ἀφαίρεση ἀφηρημένος αἱρετός αἱρετικός (heretic)

ἅλς, ἁλός (θάλασσα ὕφαλος)

ἅλας ἁλάτι ἁλμυρός ἁλίπαστος ἁλίπεδο ἅλμη ἁλυκή ἅρμη (ὑφάλμυρος ἀφαλάτωσις)

Ἁλιάκμων

ἁλιεία ἁλιεύς ἁλίευμα ἁλιευτικός ἁλιεύω

Ἁλικαρνασσός (Halicarnassos)

ἁλκυών ἁλκυονίδες (halcyon halcyonidae)

ἅλμα ἅλτης ἁλτήρ (ἐφαλτήριον)

Ἁλόννησος

ἁλυσίδα ἅλυσις ἁλυσιδωτός (halysidota)

ἁλώνι ἁλωνίζω ἁλωνιστικός ἁλώνισμα

ἅλως (halo)

ἅλωσις

ἅμα

Ἁμαδρυάδα

ἅμαξα, ἁμαξητός, ἁμαξοστοιχία, ἁμαξοστάσιο

ἁμαρτάνω, ἁμαρτία, ἁμαρτωλός (hamartia)

ἅμιλλα ἁμιλλῶμαι (ἐφάμιλλος)

ἁπαλός ἁπαλύνω

ἅπαξ (ἐφάπαξ) ἅπας

ἁπλός, ἁπλότης, ἁπλοποιῶ (haplo- haplogroup haplotype)

ἁπλώνω, ἅπλωμα (ἐφάπλωμα), ἅπλα, ἁπλωσιά, ἁπλοχωριά

ἅπτομαι (ἐφάπτομαι ἐφαπτομένη), ἁπτὸς

ἅρμα (αὐτὸ ποὺ σύρεται, τὸ ὄχημα, ὄχι τὰ ἄρματα - ὅπλα ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ λατινικό arma καὶ παίρνουν ψιλή)

ἅρμη (βλ. ἅλας)

ἁρμόζω (ἐφαρμόζω ἐφαρμογή) ἁρμός ἁρμόδιος ἁρμοδιότης

ἁρμονία ἁρμονικός ἁρμόνιο (harmony harmonious harmonium)

ἅρπα (harp harpsicord) ἁρπισμός

ἁρπάζω ἁρπαγή ἅρπαξ (ὑφαρπάζω ὑφαρπαγή)

αὕτη

ἁφή ἁπτός ἅπτομαι (βλ. ἐφάπτομαι)

ἁψίδα ἁψίς

ἁψύς, ἁψίθυμος, ἁψίκορος, ἁψιμαχία

ΜΑΘΑΙΝΩ ΠΟΛΥΤΟΝΙΚΑ ΑΠΑΓΓΕΛΛΟΝΤΑΣ

ᾋδης, ἅγιος, ἁβρός,

αἷμα, ἅμαξα, ἁδρός,

ἅμα, ἁμαρτάνω, ἅπαξ,

ἅλυσις, ἁρπάζω, ἅρπαξ,

ἁψίς, ἁπλώνω, ἁπαλός,

ἅλας, Ἁλικαρνασσός,

αἵρεση καὶ ἁμαρτία,

ἅμιλλα καὶ ἁρμονία,

ἅλωση κι ἁψιμαχία,

Αἷμος, ἅρμα καὶ ἁρμός,

ἁπλοῦς, ἅλμα καὶ ἁπτός,

ἅλως, ἅρπα καὶ ἁγνός.